Καταστροφική σύγκρουση και εποικοδομητική διαφωνία

Η λέξη «σύγκρουση» φέρει σαφώς αρνητικό πρόσημο. Είναι μια λέξη που υποδηλώνει σφοδρότητα και ένταση. Το λεξικό ορίζει τη σύγκρουση ως «την αντιπαράθεση, τη ρήξη με κάποιον ή κάτι, την έκφραση διαφωνίας με οξύ, έντονο τρόπο»*. Η σύγκρουση μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων, ο καβγάς, ο τσακωμός, η διένεξη υποδηλώνουν μια οξεία και όχι ήπιας μορφής αντιπαράθεση. Είναι σημαντικό, όταν εκφραζόμαστε λεκτικά, να αποδίδουμε την κατάλληλη διαβάθμιση της αντιπαράθεσης. Ξεκινώντας από την ήπια έκφανσή της, η αντιπαράθεση αποδίδεται καλύτερα με τον όρο «διαφωνία», ενώ στην πιο έντονη έκφανσή της με τον όρο «σύγκρουση». Η σύγκρουση μπορεί να είναι λεκτική ή /και σωματική, στην πιο έντονη και κακοποιητική μορφή της. Όταν οι συγκρούσεις είναι συχνές και καταλήγουν να αποτελούν παγιωμένο πρότυπο συμπεριφοράς, συχνά αποδίδονται με τον όρο «διαμάχη», όπως στους γονείς που βρίσκονται σε χρόνια αντιδικία στις περιπτώσεις διαζυγίου.

Συχνά αποδίδουμε τις πιο ήπιες μορφές σύγκρουσης με τον όρο «τσακωμός» ή «καβγάς», που υποδηλώνει ένταση και σφοδρότητα, κι όχι με τον όρο «διαφωνία». Σε μία υποτιθέμενη κλίμακα από το 1 ως το 10, η διαφωνία είναι το 1 ή το 2, ενώ το 3, 4, 5 της κλίμακας μπορεί να αποδοθεί με τον όρο «αντιπαράθεση». Η σύγκρουση αποτυπώνεται σχηματικά από το 6 και πάνω, καθώς αυξάνεται σε ένταση, υπονοώντας συνήθως ένα ρεπερτόριο συμπεριφορών, που κυμαίνεται από την έντονη λεκτική ως την πολύ έντονη σωματική επιθετικότητα.

Η λέξη «σύγκρουση» υποδηλώνει κάτι καταστροφικό. Με τη σύγκρουση εκφράζονται αρνητικά, δυσφορικά, δυσάρεστα συναισθήματα, που μπορεί να πληγώσουν τον άλλο. Οι συμπεριφορές που απορρέουν από τον θυμό, τον φόβο, τη λύπη, τη ματαίωση μπορεί να προσβάλλουν, να υποβαθμίσουν, να απαξιώσουν, να αγνοήσουν ή να παρακάμψουν τον άλλο, για να μην αναφερθούμε και στη σύγκρουση που μπορεί να προκαλέσει και σωματικά, εκτός από συναισθηματικά τραύματα.

Οι συγκρούσεις μπορεί να χαρακτηρίζουν όλων των ειδών τις σχέσεις, όπως γονιού-παιδιού, συντροφικές, αδελφικές, συναδελφικές, φιλικές. Η σύγκρουση δεν θεωρείται επιθυμητός τρόπος επίλυσης μιας διαφοράς, καθώς υπάρχουν άλλοι, δημιουργικοί, παραγωγικοί τρόποι, που βασίζονται στην επικοινωνία και στον διάλογο.

Σύμφωνα με την Braiker (2001), συνήθως παρατηρούμε τρία επίπεδα σύγκρουσης, τα οποία υποδηλώνουν την κλιμάκωσή της.

Σε ένα πρώτο επίπεδο, οι συγκρούσεις εστιάζουν στη συμπεριφορά. Στο επίπεδο αυτό τοποθετούνται διαφωνίες σχετικά με ό,τι οι άλλοι λένε ή κάνουν. Παραδείγματα: Το παιδί αφήνει σκουπίδια στο πάτωμα. Ο σύντροφος ξεχνά να πληρώσει τον λογαριασμό.

Στο δεύτερο επίπεδο, οι συγκρούσεις κλιμακώνονται και αφορούν τις αξίες, τις αρχές, τους κανόνες και τις πεποιθήσεις που χαρακτηρίζουν τη σχέση. Οι αρχές αυτές υποδηλώνουν τις προσδοκίες που έχουν οι άνθρωποι σχετικά με το πώς θα έπρεπε οι άλλοι να τους συμπεριφέρονται, καθώς και πώς κι εκείνοι με τη σειρά τους θα έπρεπε να συμπεριφέρονται στους άλλους με τους οποίους έχουν σχέση. Παραδείγματα: Η σύγκρουση συμβαίνει επειδή θίγεται η αξία της συνέπειας ως προς τη συμφωνία που είχε προηγηθεί σχετικά με την καθαριότητα στην πρώτη περίπτωση και του αισθήματος περί δικαίου ως προς τις δουλειές του νοικοκυριού στη δεύτερη περίπτωση.

Στο τρίτο επίπεδο, η σύγκρουση μεταφέρεται από τις αρχές και τις αξίες σε πιο προσωπικό επίπεδο, όπως σχετικά με την προσωπικότητα, τα συναισθήματα και τις προθέσεις του άλλου. Είναι το πιο επικίνδυνο επίπεδο, καθώς η σύγκρουση μπορεί να κλιμακωθεί τόσο ώστε να οδηγήσει σε εκτροχιασμό της συμπεριφοράς και να γίνει καταστροφική. Μπορεί να ειπωθούν και να συμβούν πράγματα που να πληγώσουν βαθιά τον άλλο και να στιγματίσουν τη σχέση. Σε αυτό το επίπεδο είναι συχνοί οι απαξιωτικοί, μειωτικοί, τοξικοί χαρακτηρισμοί που αποδίδονται προς τον άλλο, μαζί με κατηγορίες και απειλές.

Πώς μπορεί μια καταστροφική σύγκρουση να μεταβληθεί σε εποικοδομητική διαφωνία;

Η εποικοδομητική διαφωνία εκκινεί από τη βάση ότι η σχέση χαρακτηρίζεται από αγάπη, σεβασμό, πίστη και δέσμευση του ενός προς τον άλλο. Αν υπάρχει ένα ευδιάκριτο, συμπαγές πλαίσιο, η σύγκρουση δεν κλιμακώνεται, αλλά, αντιθέτως, ενδυναμώνει την οικειότητα και εμβαθύνει την κατανόηση. Η καταστροφική σύγκρουση μπορεί να μεταβληθεί σε εποικοδομητική διαφωνία στο δεύτερο επίπεδο. Στο επίπεδο αυτό αλλάζουν οι κανόνες και διαμορφώνεται ένα νέο συμβόλαιο το οποίο γίνεται αμοιβαία αποδεκτό και οι νέοι όροι του οποίου μπορεί να αφορούν διάφορους τομείς, ανάλογα με το αντικείμενο της διαφωνίας, από τις δουλειές του σπιτιού ως τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται η επικοινωνία. Στόχος του νέου συμβολαίου είναι η διευθέτηση της διαφωνίας με πιο δίκαιο τρόπο, καθώς και η ειλικρινής και υπεύθυνη δέσμευση και των δύο πλευρών (ή όλων όσοι εμπλέκονται) στην τήρησή του.

Το πιο σημαντικό συμβόλαιο, ωστόσο, δεν έχει να κάνει τόσο με τη δίκαιη διευθέτηση δουλειών, καθηκόντων ή αρμοδιοτήτων και την τήρησή τους. Αφορά τον τρόπο με τον οποίο χρειάζεται να διεξάγεται η διαφωνία, ώστε να μην κλιμακωθεί σε καταστροφική σύγκρουση. Οι εμπλεκόμενες πλευρές χρειάζεται να διαμορφώσουν ένα συμβόλαιο σχετικά με τον τρόπο που διεξάγεται η διαφωνία.

Η πρώτη διαφορά ανάμεσα στην καταστροφική σύγκρουση και στην εποικοδομητική διαφωνία είναι ο αριθμός των πληροφοριών που ανταλλάσσουν μεταξύ τους τα άτομα που εμπλέκονται. Στην εποικοδομητική διαφωνία οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται είναι σαφώς περισσότερες. Η όποια διαφωνία αποτελεί αφορμή για συζήτηση και για επίλυση. Τα άτομα δεν διστάζουν να μιλήσουν για τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, όποια κι αν είναι η σχέση τους με τον άλλο, περισσότερο ή λιγότερο οικεία, διαπροσωπική, φιλική, κοινωνική ή επαγγελματική. Στην καταστροφική σύγκρουση η ροή των πληροφοριών είναι μειωμένη και συνήθως ένα ή περισσότερα άτομα αποσύρονται από τη συζήτηση ή σταματούν να μιλούν. Μπορεί να αρνηθούν να μιλήσουν, να αναβάλουν μια συζήτηση, να φύγουν, να κλείσουν το τηλέφωνο, ή απλώς να σιωπήσουν.

Η δεύτερη διαφορά αφορά την ευελιξία και όχι την ακαμψία. Στην εποικοδομητική διαφωνία τα εμπλεκόμενα μέρη διατηρούν μεταξύ τους μια φιλική και συνεργατική στάση. Είναι ευέλικτα ως προς την επίλυση ενός προβλήματος και πρόθυμα να διαπραγματευτούν και να υποχωρήσουν, ώστε να διατηρηθεί η ευημερία της σχέσης, θέτοντάς την πάνω από τις προσωπικές τους επιθυμίες και πάνω από την ανάγκη τους να κυριαρχήσουν στη συζήτηση. Στην καταστροφική σύγκρουση τα άτομα αντιμετωπίζουν το ένα το άλλο ως αντίπαλους και ανταγωνιστές, όπου πρέπει να κυριαρχήσουν. Πάνω απ’ όλα δεν μπαίνει η σχέση, αλλά το ποιος θα νικήσει. Στην καταστροφική σύγκρουση δεν υπάρχει ευελιξία και προσαρμοστικότητα. Τα άτομα εμμένουν στις αρχικές πολωτικές τους απόψεις και θέσεις.

Η τρίτη διαφορά έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη. Στην εποικοδομητική διαφωνία υπάρχει εμπιστοσύνη και διάθεση για μοίρασμα. Στην καταστροφική σύγκρουση κυριαρχεί η αμοιβαία δυσπιστία, η οποία επιτρέπει μόνο επιλεκτικές και προσεκτικές αυτό-αποκαλύψεις, καθώς και μυστικότητα και καχυποψία. Τα μέσα που επιστρατεύονται στη συναλλαγή είναι οι απειλές, η εκτόξευση κατηγοριών, η χειραγώγηση και η καχυποψία, σε αντίθεση με τη δημιουργική διαφωνία, όπου τα μέσα είναι η χρήση πειθούς και ο διάλογος.

Στην εποικοδομητική διαφωνία τα άτομα αναλαμβάνουν την ευθύνη των σκέψεων και των συναισθημάτων τους, ενώ στην καταστροφική σύγκρουση επιρρίπτουν την ευθύνη στους άλλους για τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, π.χ. «με πρόσβαλες», «με στενοχώρησες», αντί για «προσβλήθηκα» ή «στενοχωρήθηκα». Οι λεκτικές διατυπώσεις σε πρώτο πρόσωπο είναι ενδεικτικές αυτής της προσωπικής ανάληψης ευθύνης.

Η τέταρτη διαφορά αφορά τα όρια. Στη δημιουργική διαφωνία υπάρχουν σαφή όρια μέσα στα οποία αυτή διεξάγεται, καθώς επικεντρώνεται σε ένα συγκεκριμένο θέμα και δεν παλινωδεί σε παρελθοντικά γεγονότα ή σε προηγούμενα προβλήματα. Με άλλα λόγια, η διαφωνία είναι συγκεκριμένη και δεν φέρει το συναισθηματικό φορτίο προηγούμενων διαφωνιών.

Η πέμπτη διαφορά έχει να κάνει με τις βασικές αξίες οι οποίες προσδιορίζουν την εκάστοτε σχέση. Η δημιουργική διαφωνία δεν αμφισβητεί την πίστη των μερών που εμπλέκονται, την αγάπη και τον αμοιβαίο σεβασμό. Λέξεις που υποδηλώνουν απειλή δεν έχουν θέση σε μία δημιουργική διαφωνία. Αντιθέτως, στην καταστροφική σύγκρουση αξίες όπως η πίστη, η αφοσίωση, η εντιμότητα αμφισβητούνται, δεν αποδεικνύονται αρκετά ισχυρές για να προστατεύσουν τη σχέση. Στις οικείες διαπροσωπικές σχέσεις, η αγάπη αμφισβητείται επίσης. Είναι συνηθισμένες φράσεις όπως «αν με αγαπούσες αληθινά, θα έκανες αυτό…»

Η δημιουργική διαφωνία οδηγεί σε μια αποτελεσματική επίλυση, σε αντίθεση με την καταστροφική σύγκρουση, που δεν καταφέρνει να οδηγήσει τα άτομα που εμπλέκονται σε οποιαδήποτε επίλυση, αλλά, αντιθέτως, βαθαίνει το ρήγμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ τους. Όταν δύο ή περισσότερα άτομα διαφωνούν δημιουργικά, καταφέρνουν να συνεργαστούν και αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ουσιαστικών σχέσεων και δεσμών με τους άλλους (Halford και συν., 2003). Η επίλυση των συγκρούσεων με δημιουργικό τρόπο έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών μελετών και συνεπακόλουθα δημιουργίας πολλών προγραμμάτων εκπαίδευσης για το εργασιακό ή το σχολικό πλαίσιο. Τα προγράμματα αυτά εκκινούν από την άποψη ότι η δημιουργική διαδικασία της επίλυσης της σύγκρουσης είναι παρόμοια με τη διαδικασία της επίλυσης ενός προβλήματος, που βασίζεται στη συνεργασία, ενώ μια καταστροφική διαδικασία είναι παρόμοια με μια μάχη νίκης-ήττας, που βασίζεται στον ανταγωνισμό (Deutsch, 1973). Στη δημιουργική διαφωνία και τα δύο μέρη που εμπλέκονται μπορούν να κερδίσουν/ να νικήσουν ή να ηττηθούν.

Τέλος, αυτό που διαφοροποιεί τη δημιουργική διαφωνία από την καταστροφική σύγκρουση είναι η ανάληψη της συναισθηματικής ευθύνης. Τα άτομα που διαφωνούν εκφράζουν τα συναισθήματά τους σε πρώτο πρόσωπο και όχι σε δεύτερο (π.χ. «όταν γίνεται αυτό, θυμώνω» και όχι «με θυμώνεις»), επιρρίπτοντας την ευθύνη στον άλλο και εκτοξεύοντας κατηγορίες, τις οποίες η άλλη πλευρά δεν ακούει, δεν λαμβάνει υπόψη, αλλά, αντιθέτως, επανέρχεται για να αμυνθεί επιτιθέμενη (Παππά, 2013). Η οικοδόμηση υγιών, συνεργατικών, παραγωγικών σχέσεων με τους άλλους βασίζεται στη δημιουργική διαφωνία. Μέσα από την έκφραση των αντιθέσεων και των διαφορετικών απόψεων, οι άνθρωποι μπορούν να συνθέσουν, να εκφραστούν, να βρουν λύσεις, να επικοινωνήσουν.

*Μεγάλο Ηλεκτρονικό Λεξικό Νεοελληνικής Γλώσσας Πατάκη.

Βιβλιογραφικές παραπομπές

Braiker, H. B. (2001). The disease to please. Curing the People-Pleasing Syndrome. New York: McGraw Hill.

Deutsch, Μ. (1973). The Resolution of Conflict, Constructive and Destructive Processes. Yale University Press, New Haven.

Halford, W. K., Markman, H. J., & Kling, G. H. (2003). «Best practice in relationship education», Journal of Marital and Family Therapy, 29, 385-406.

Παππά, Β. (2013). Η Λογική των Συναισθημάτων. Συναισθηματική Ανάπτυξη και Συναισθηματική Νοημοσύνη. Αθήνα: Οκτώ.

Βασιλική Παππά, MSc, PhD,

Συμβουλευτική ψυχολόγος,

Επιστημονικά υπεύθυνη Σχολών Γονέων