Οι αντιδράσεις των παιδιών στην απώλεια και η συμπεριφορά των γονιών
Όλη η ζωή χαρακτηρίζεται από αλλεπάλληλες αλλαγές και μικρές ή μεγάλες απώλειες από τη γέννηση ως τον θάνατο. Κάθε φυγή από το σπίτι, κάθε μετακόμιση, κάθε αλλαγή στην εργασία ή μεταβολή στην οικονομική κατάσταση ενός ατόμου, κάθε απώλεια προσώπου ή ζώου συντροφιάς, είναι μορφές απώλειας που όλοι οι άνθρωποι βιώνουν. Κάθε αλλαγή πεποιθήσεων και κοσμοθεωρίας, κάθε στάδιο ωρίμασης του ατόμου συνιστά επίσης απώλεια, όπως επίσης και κάθε μεταβατικό στάδιο στη ζωή, κάθε σημαντικό γεγονός, όπως ο γάμος, το διαζύγιο, η συνταξιοδότηση, αλλά και κάθε αρρώστια, κάθε σωματικό ή ψυχικό τραύμα αποτελούν «μικρούς θανάτους» στη ζωή (Kubler-Ross, 2009).
Κάθε κρίση στην οικογένεια συνιστά επίσης απώλεια και έχει συνέπειες για τα παιδιά, συνήθως αρνητικές – τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα. Τα παιδιά βιώνουν κάθε κρίση ως αποσταθεροποίηση, ανισορροπία, διαταραχή της σταθερότητας στη ζωή τους. Υπάρχουν πολλές καταστάσεις κρίσης που μπορεί να κληθεί μια οικογένεια να αντιμετωπίσει: μια φυσική καταστροφή (σεισμός, πυρκαγιά, πλημμύρα), η γέννηση ενός παιδιού με αναπηρία ή κάποια ιδιαιτερότητα, μια αποβολή, ένα παιδί που φεύγει από το σπίτι, προβλήματα ενός γονιού με τον νόμο, οικονομική καταστροφή. Οι περιπτώσεις είναι πολυάριθμες, όπως επίσης και οι διαβαθμίσεις τους. Και η αντιμετώπιση της κάθε περίπτωσης είναι πολύ ιδιαίτερη και μοναδική. Συχνά, ακόμα και πολύ θετικά γεγονότα μπορεί να προκαλέσουν κρίση στην οικογένεια, όπως επίσης και η ταυτόχρονη εμφάνιση πληθώρας γεγονότων.
Οι επιπτώσεις της κρίσης διαφέρουν ως προς την ένταση και τη διάρκεια. Η απώλεια έχει πολλές όψεις, μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Στις περιπτώσεις που τα στρεσογόνα γεγονότα δεν είναι σαφή, ο Boss (2006) υποστηρίζει ότι υπάρχει και η «διφορούμενη απώλεια» (ambiguous loss). Πρόκειται για την απώλεια που προκύπτει από την ασυμφωνία σωματικής και ψυχολογικής-συναισθηματικής παρουσίας ή απουσίας. Υπάρχουν δύο είδη διφορούμενης απώλειας: α) το άτομο είναι σωματικά απόν αλλά ψυχικά παρόν (π.χ. διαζύγιο) και β) το άτομο είναι σωματικά παρόν αλλά ψυχικά απόν (π.χ. ένα άτομο με χρόνια αρρώστια, ένας γονιός που είναι μονίμως απασχολημένος με τη δουλειά του ή με κάτι άλλο).
Φόβος, θυμός και λύπη είναι τα τρία κύρια συναισθήματα που συνοδεύουν κάθε κατάσταση κρίσης, κάθε απώλεια και κάθε αλλαγή, ακόμη κι αν αυτή αποδεικνύεται τελικά θετική. Η αναγνώριση και η κατανόηση της πραγματικότητας θα βοηθήσει καταλυτικά να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα. Η ζωή είναι μια διαδικασία, ένα ταξίδι που πρέπει να το βιώσουμε και να αποκομίσουμε ό,τι καλύτερο έχει να μας δώσει.
Κάθε αλλαγή προκαλεί στα παιδιά στρες, που συνήθως εκδηλώνεται με επιθετική συμπεριφορά, εσωστρέφεια, μοναχικότητα, δυσκολία αποχωρισμού από το οικογενειακό περιβάλλον, προβλήματα στον ύπνο και τη διατροφή, πτώση της σχολικής επίδοσης, ενοχή, υπερβολική ανησυχία για θέματα υγείας, δυσκολία συγκέντρωσης και απομνημόνευσης. Εκτός από τις συναισθηματικές, γνωστικές και συμπεριφορικές μεταβολές, συχνά έχουμε και συμπτώματα, όπως αύξηση των σφυγμών και των καρδιακών παλμών, ερύθημα, λαχανιασμένη αναπνοή, τρεμούλα, δυσλειτουργία γαστρεντερικής φύσης.
Γενικώς, ανάλογα με το αναπτυξιακό στάδιο, κάθε παιδί αντιδρά διαφορετικά:
1-4 ετών: πιπίλισμα του δακτύλου, νυχτερινή ενούρηση, φόβος για το σκοτάδι, προσκόλληση στον γονιό, εφιάλτες, προβλήματα στον ύπνο, εγκόπριση, προβλήματα λόγου, προβλήματα στη διατροφή, άγχος αποχωρισμού, ευερεθιστότητα.
5-10 ετών: επιθετικότητα, σύγχυση, επιδίωξη προσοχής, σχολική άρνηση, εφιάλτες, ελλειμματική συγκέντρωση, κοιλιακά άλγη, πονοκέφαλοι, φόβος για το σκοτάδι, φόβος για τη μοναξιά ή για τραυματισμό.
11-13 ετών: προβλήματα στη διατροφή και τον ύπνο, αντικοινωνική συμπεριφορά, προβλήματα στο σχολείο, άγχος, σωματικοί πόνοι, δερματικά προβλήματα, φόβος απώλειας φίλων και οικογένειας, απάθεια.
14-18 ετών: σωματικά προβλήματα (εξανθήματα, εντερικά προβλήματα, κρίσεις άσθματος, πονοκέφαλοι), αλλαγές στην όρεξη και τον ύπνο, απώλεια ενδιαφέροντος για πράγματα τα οποία προηγουμένως θεωρούνταν ενδιαφέροντα, απώλεια ενέργειας, αντικοινωνική συμπεριφορά, ελλειμματική συγκέντρωση, ενοχή.
Για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά ένας γονιός το στρες του παιδιού του, καταρχήν πρέπει να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα και τα δικά του συναισθήματα, αφού δώσει λίγο χρόνο στον εαυτό του να σκεφτεί. Η απόσταση είναι αναγκαία για να μπορέσει να ανασυνταχθεί, να αξιολογήσει τα δικά του αποθέματα και να τα αξιοποιήσει. Μετά από κάθε απώλεια υπάρχει μια διαδικασία πένθους που πρέπει να την περάσει. Το να προσπεράσουμε τα αρνητικά συναισθήματα, δεν σημαίνει ότι τα εξαφανίζουμε. Η επάνοδος στην καθημερινή ζωή –στο μέτρο του εφικτού– βοηθάει στο να δημιουργήσουμε μια κανονικότητα και να υιοθετήσουμε σταθερές, που θα μας βοηθήσουν στην επανάκτηση της ισορροπίας. Από την άλλη, πρέπει να κατανοήσουμε την ηλικία και το αναπτυξιακό στάδιο του κάθε παιδιού. Ένας γονιός πρέπει να διαθέσει περισσότερο χρόνο, ώστε να κατανοήσει καλύτερα τις ανάγκες του παιδιού του. Χρειάζεται σεβασμός στις ξεχωριστές του ανάγκες και ειλικρίνεια στις απαντήσεις που καλείται να δώσει σε ό,τι ερωτηθεί. Η ειλικρίνεια, η αμεσότητα, η σαφήνεια και η απλότητα είναι σημαντικές. Σε καταστάσεις κρίσης, όλα τα παιδιά χρειάζονται ασφάλεια και υποστήριξη. Χρειάζεται επίσης να έχει υπόψη ότι στο αντίστοιχο γεγονός δεν αντιδρούν όλα τα παιδιά με τον ίδιο τρόπο. Οι αντιδράσεις ποικίλλουν, ακόμη και μεταξύ των παιδιών που προέρχονται από την ίδια οικογένεια. Οι γονείς πρέπει να προσαρμοστούν στον τρόπο αντίδρασης του παιδιού και να πορευτούν με αυτόν. Θα στραφούν προς το κάθε παιδί ξεχωριστά για να το βοηθήσουν. Τα παιδιά –ιδιαίτερα τα πιο μικρά– συνήθως δεν μιλούν, αλλά εκδηλώνουν τα συναισθήματά τους με τη συμπεριφορά τους.
Εν κατακλείδι, η ζωή στο σύνολό της είναι μια κρίση που χρειάζεται συνεχείς διαπραγματεύσεις με τον εαυτό μας, με τις δυνάμεις και τις αδυναμίες, τόσο των παιδιών όσο και των γονιών. Η ανάγκη να ασχοληθούμε σε βάθος με τη συναισθηματική νοημοσύνη φαντάζει πιο επιτακτική παρά ποτέ. Η εμβάθυνση στην ενσυναίσθηση, η προώθηση της συνεργασίας και η έμπρακτη εκδήλωση της εμπιστοσύνης θα χτίσουν τις πιο στέρεες βάσεις για μια υγιή σχέση γονιών και παιδιών.
Ας μην ξεχνάμε ότι οι γονείς αποτελούν πρότυπο για τα παιδιά. Τα παιδιά δεν ακούν τόσο αυτά που τους λένε οι γονείς. Αντιθέτως, παρατηρούν αυτά που κάνουν, τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται, την αντίδρασή τους στα γεγονότα.
Το άρθρο αποτελεί απόσπασμα (σελ. 19-23) από το «Γονείς σε Κρίση. Η διαχείριση της απώλειας και της αλλαγής» της Βασιλικής Παππά (εκδ. Οκτώ, 2016).
Βασιλική Παππά, MSc, PhD,
Συμβουλευτική Ψυχολόγος / Ψυχοθεραπεύτρια,
Επιστημονικά υπεύθυνη Σχολών Γονέων