ΤΟ ΑΙΣΘΗΜΑ ΑΔΙΚΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗΣ

Πόσες φορές έχουμε ακούσει ένα παιδί να λέει «Είναι άδικο»; Δεν το αρθρώνει μόνο όταν θεωρεί ότι καταπατώνται τα δικαιώματά του, αλλά και όταν θυμώνει γιατί, για παράδειγμα, ο καιρός δεν είναι καλός ώστε να πραγματοποιηθεί μια προγραμματισμένη δραστηριότητα, είτε γιατί ο φίλος/η φίλη του/της προτιμά να κάνει παρέα με ένα άλλο παιδί κι όχι με τον ίδιο/την ίδια. Είναι άδικο που ο γονιός δεν ικανοποιεί τα αιτήματά του· είναι άδικο που ο δάσκαλος/η δασκάλα βάζει περισσότερες εργασίες για το σπίτι από το συνηθισμένο· είναι άδικο όταν καλείται να υποστεί τις συνέπειες των πράξεών του.

Η αντίληψη για το άδικο είναι περίεργη για τα παιδιά, αφού συχνά σημαίνει «Είναι άδικο που τα πράγματα δεν έρχονται όπως θέλω» ή «Είναι άδικο που δεν έχω ό,τι έχουν οι άλλοι». Συνήθως εκφράζεται με εγωκεντρική χροιά και όχι αλτρουιστική, με μια διάθεση να αποδοθεί το δίκαιο αναφορικά με τους άλλους. Σπανίως ένα παιδί θα εκφραστεί για την αδικία σε κοινωνικό επίπεδο. Στην εφηβεία, αυτό είναι πολύ πιο πιθανό και αναμενόμενο, καθώς μετά τη νέα «κρίση προσωπικότητας» που περνούν οι έφηβοι και τον γνωστικό εγωκεντρισμό που τους χαρακτηρίζει, σταδιακά διαμορφώνουν μια νέα, ανανεωμένη ατομικότητα που διαπνέεται από ιδανικά για τον εαυτό και τον κόσμο.

Για ένα παιδί είναι φυσικό και επόμενο να χρησιμοποιεί αυτή τη φράση και το κάνει σε υπερβολικό βαθμό, αμέσως μόλις αντιληφθεί την έννοια του δίκαιου και του άδικου. Λέει «Είναι άδικο» ή «δεν είναι δίκαιο», μερικές φορές τόσο συχνά όσο του ζητούν να κάνει κάτι. Καθήκον του παιδιού είναι να αντιστέκεται και να οδηγείται σταδιακά στη διαφοροποίηση και την αυτοεπιβεβαίωση. Με τη φράση αυτή διατρανώνει το δικαίωμά του στην αυτονόμηση και διεκδικεί τα δικαιώματά του, αρκετά νωρίς, πριν την εφηβεία.

Συχνά τα παιδιά διαμαρτύρονται με αυτή τη φράση. Μόλις την ανακαλύψουν, τη χρησιμοποιούν συνέχεια. Εκφράζει την αντίστασή τους στις απαγορεύσεις που δέχονται, αλλά και σε κάθε είδος οριοθέτησης. Ακόμη και αυτό που είναι απολύτως δίκαιο, γιατί είναι δημοκρατικό καθώς έχει διατυπωθεί προηγουμένως σε συνεργασία με τον γονιό, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις ανάγκες των παιδιών όσο και των γονιών, ακόμη και αυτό τα παιδιά το αντιμετωπίζουν με την ίδια φράση: «Είναι άδικο». Αναμενόμενο λοιπόν. Αναμενόμενη και η επανάληψή της. Συχνά τα παιδιά με τη φράση αυτή εκφράζουν τον θυμό τους ή συγκαλύπτουν τη λύπη και τον φόβο τους για ό,τι δυσάρεστο, επώδυνο ή / και τραυματικό τούς συμβαίνει. Με άλλα λόγια, είναι σαν να λένε: «Είναι άδικο να μη με ακούνε οι γονείς μου. Είναι άδικο να μη με λαμβάνουν υπόψη», «Είναι άδικο που έχει αρρωστήσει ο πατέρας μου/η μητέρα μου», «Είναι άδικο που έχει μείνει άνεργος/-η», «Είναι άδικο που οι γονείς μου χωρίζουν», «Είναι άδικο να πονάω τόσο πολύ». Ναι, ο πόνος είναι άδικος. Έρχεται ξαφνικά, χωρίς να σε έχει προϊδεάσει. Συμβαίνει σε πολλούς καλούς ανθρώπους, σε ανθρώπους που δεν χρειάζεται να πληρώσουν κανενός είδους αντίτιμο για τα κρίματά τους. Ναι, η ζωή συχνά είναι πολύ άδικη.

Συνήθως, όταν θεωρεί κανείς ότι αδικείται, θυμώνει. Όμως, επίσης, λυπάται και φοβάται. Όταν αδικείται, αποθαρρύνεται. Και αντιστρόφως, όταν είναι αποθαρρυμένος, θεωρεί πιο εύκολα και πιο συχνά ότι αδικείται. Για να ενθαρρύνει κανείς, πρέπει να είναι ο ίδιος ενθαρρυμένος. Δεν μπορείς να ενθαρρύνεις αν δεν έχεις δεχτεί ενθάρρυνση. Όπως γενικά δεν μπορεί κανείς να προσφέρει το ελάχιστο αν δεν έχει ο ίδιος δικά του αποθέματα. Κι όμως, η φράση αυτή αποτελεί αξίωμα και ισχύει για όλα, αλλά όχι για την ενθάρρυνση. Όταν είναι κανείς αποθαρρυμένος, μπορεί να ενθαρρύνει· επιβάλλεται να ενθαρρύνει. Έτσι, εξ αντανακλάσεως θα ενθαρρυνθεί κι ο ίδιος.

Όταν οι γονείς βρουν τη δύναμη να δραστηριοποιηθούν, να αποτολμήσουν μια νέα εκκίνηση, τότε η εκκίνηση αυτή απαιτεί ενέργεια και ορμή και συχνά αποδεικνύεται δύσκολη και χρονοβόρα. Χρειάζεται επαναπρογραμματισμό κι επανασχεδιασμό. Όμως το να ενθαρρύνεις θα έπρεπε να είναι εύκολο και άμεσο, όπως όλα τα σημαντικά πράγματα, όπως η ικανοποίηση μιας βασικής ανάγκης. Η φράση «όταν είσαι αποθαρρυμένος, προσπάθησε να ενθαρρύνεις» ουσιαστικά δείχνει την κυκλική διάσταση της ενθάρρυνσης, μια αέναη κυκλικότητα, χωρίς τις παύσεις που προηγούνται μιας νέας εκκίνησης. Το να ενθαρρύνεις έρχεται –ή θα πρέπει να έρχεται– φυσικά, όπως όλα τα ζωτικής σημασίας πράγματα. Η ενθάρρυνση πρέπει να έχει συνεχόμενη ροή. Χρειάζεται να προχωρείς ενθαρρύνοντας. Και να ενθαρρύνεις προχωρώντας.

Όταν ένα παιδί λέει «Είναι άδικο», συνήθως πρόκειται για ένα παιδί αποθαρρυμένο. Και η ευθύνη των γονιών, όπως και όλων των ενηλίκων που εμπλέκονται, είναι να το ενθαρρύνουν, ακόμη κι αν είναι οι ίδιοι αποθαρρυμένοι. Κι η ενθάρρυνση που θα δοθεί θα αποδώσει στο πολλαπλάσιο.

Παππά, Β. (2016). Γονείς σε κρίση. Η διαχείριση της απώλειας και της αλλαγής. Αθήνα: Οκτώ, σ. 34-37